Κάπου στην όμορφη Παροικία κάθεται συλλογιζόμενος και περισσότερο απορροφημένος στις σκέψεις του και την μονοτονία της στιγμής, αισθάνεται σχεδόν χαρούμενος, όταν ξαφνικά αυτή την χαρούμενη μονοτονία του την διακόπτει ο χτύπος του τηλεφώνου:
-Καλησπέρα ... Ο ... είμαι
Καλησπέρα, ποιος; ...
-Έλα μωρέ ο ..
Α... κατάλαβα τι θέλεις;
-Τι ήταν αυτά που είπες σήμερα, με στενοχώρησες πολύ, δεν έπρεπε να με χτυπήσεις τόσο πολύ...
Σιγά το χτύπημα ακόμα δεν έχεις ακούσει τίποτα για να σταματήσω παραιτήσου...
-Επειδή το έχω σκεφθεί καλά, έλα από το γραφείο μου, όχι νωρίς εκεί γύρω στα μεσάνυχτα να το συζητήσουμε και πιστεύω ότι θα τα βρούμε...
Σιγά μην έρθω, τι διάολο βρυκόλακας είμαι; χριστιανός άνθρωπος άντε στο διάβολο μην με κολάζεις και ότι είχα αρχίσει να νυστάζω, άμα με θες έλα να με βρεις...
Ο νοών νοείτω...
Μπορεί να τα είπαν κάπως έτσι ή με πιο λίγα λόγια, εγώ έβαλα τα υπόλοιπα εσείς καταλαβαίνετε ποιοι είναι;